Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014

ΚΥΠΡΟΣ: Η μεγάλη πολιτιστική κληρονομιά στην Πάφο - Περιήγηση στην οικία του Διονύσου (ΦΩΤΟ)

Ολόκληρη η πόλη στον κατάλογο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Πραγματικός θησαυρός θεωρούνται τα ψηφιδωτά που ανευρέθησαν μετά από ανασκαφές στην Κάτω Πάφο, στην Οικία του Διονύσου, την Οικία του Αιώνος και την Οικία του Θησέως

Η Πάφος (τούρκικα: Baf) είναι πόλη στο νοτιοδυτικό τμήμα της Κύπρου, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας και ένα από τα πιο σημαντικά αρχαία βασίλεια της νήσου. Μεταξύ άλλων, ήταν διάσημο και ως κέντρο λατρείας της θεάς Αφροδίτης. Η πόλη χωρίζεται σε δύο επίπεδα: Στην Πάφο, γνωστή και ως Κτήμα που είναι το εμπορικό κέντρο της πόλης και την Κάτω Πάφο πού βρίσκεται χαμηλότερα και παραλιακά και είναι ο κατ' εξοχήν τουριστικός προορισμός του νησιού. Όλος ο αρχαιολογικός χώρος της Πάφου βρίσκεται υπό την προστασία της UNESCO από το 1980.

Το όνομα της πόλης συνδέεται με τη θεά Αφροδίτη, δεδομένου ότι Πάφος ήταν το όνομα της μυθολογικής κόρης της Αφροδίτης και του Πυγμαλίωνα. Ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος αναφέρει τον Κινύρα ως ιδρυτή της Πάφου «Κινύρας εν Κύπρω παραγενόμενος συν λαώ έκτισε Πάφον». Ο δε Λουτάτιος, θεωρεί τον Πάφο, γιο του Κινύρα, ως θεμελιωτή της Πόλης, αν και κατά τον Ισίδωρο, την Πάφο έκτισε ο Πάφος, γιος του Τυφώνος. Επίσης ο Παυσανίας και ο Όμηρος αναφέρουν σαν ιδρυτή της Πάφου και της Παλαίπαφου τον Αγαπήνορα, Αρκάδα Βασιλιά της Τεγέας που μετά την επιστροφή του από τον Τρωικό πόλεμο ίδρυσε την Παλαίπαφο, τα σημερινά Κούκλια. Μεγάλο ενδιαφέρον δείχνει και ο οικισμός Μαα - Παλαιόκαστρο που φέρει πολλά κοινά με άλλα μυκηναϊκά κτίσματα - οχυρά.

Τα κυπριακά βασίλεια είναι γνωστό ότι διαλύθηκαν κατά τα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα από τον Πτολεμαίο Α', έναν από τους διαδόχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Λίγο πιο πριν ο τελευταίος βασιλιάς της Πάφου, ο Νικοκλής, είχε μεταφέρει την έδρα του βασιλείου του δυτικότερα, σε πιο κατάλληλη τοποθεσία, που ονομάσθηκε Νέα Πάφος (η σημερινή Κάτω Πάφος). Η Νέα Πάφος έμελλε να γνωρίσει λαμπρές ημέρες δόξας κατά τα ελληνιστικά χρόνια, ως έδρα των κυβερνητών της Κύπρου, η οποία και είχε ενταχθεί στο βασίλειο των Πτολεμαίων, των Ελλήνων βασιλέων της Αιγύπτου.

Κατά τα ελληνιστικά χρόνια η Πάφος έγινε πρωτεύουσα της Κύπρου. Όταν η Κύπρος κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους, το 58 π.Χ., παρέμεινε πρωτεύουσα της Κύπρου και έδρα των Ρωμαίων κυβερνητών του νησιού. Ήταν τότε με ναούς, επαύλεις, ανάκτορα, θέατρο, ωδείο και πολλά άλλα εντυπωσιακά οικοδομήματα, καθώς και τειχισμένη με ισχυρά τείχη. Τα εξαίρετα και άφθονα ψηφιδωτά δάπεδα της Πάφου, που συνεχώς αποκαλύπτονται από την αρχαιολογική σκαπάνη, μαρτυρούν την ακμή της πόλης, η οποία όμως υπέφερε κατά καιρούς και από ισχυρούς σεισμούς.

Το 45 μ.Χ. έφθασαν στην Πάφο οι απόστολοι Βαρνάβας, Παύλος και Μάρκος, κατά τη διάρκεια της πρώτης αποστολικής περιοδείας στην Κύπρο. Παρά το ότι η παράδοση λέγει ότι στην Πάφο ο απόστολος Παύλος εισέπραξε "σαράντα παρά μίαν" (δηλαδή 39) μαστιγώσεις, ωστόσο μαρτυρείται, αντίθετα, ότι εκεί είχε κηρύξει το Χριστιανισμό και ενώπιον αυτού τούτου του Ρωμαίου κυβερνήτη, του Σεργίου Παύλου, ο οποίος και αποδέχθηκε τη νέα θρησκεία. Έτσι, η Κύπρος έγινε η πρώτη χώρα στον κόσμο που κυβερνήθηκε από έναν Χριστιανό.

Κατά τα βυζαντινά χρόνια η Πάφος έχασε τα πρωτεία, επειδή πρωτεύουσα έγινε η Σαλαμίς. Οι σεισμοί αλλά και οι επανειλημμένες αραβικές επιδρομές, μεταξύ του 7ου και του 10ου μ.Χ. αιώνα, οδήγησαν την πόλη στην παρακμή. Από τα μεσαιωνικά χρόνια η πόλη άρχισε να γίνεται γνωστή και με την ονομασία Κτήμα, επειδή αποτέλεσε κτήμα βασιλικό (φέουδο). Ήταν τότε το δυτικό λιμάνι της Κύπρου, καθώς και επισκοπική έδρα. Η πόλη γνώρισε τη μεγαλύτερή της παρακμή κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας (1570-1878). Κατά την Αγγλοκρατία είχαν κατασκευαστεί αρκετά έργα, αλλά η πόλη μπορεί να θεωρηθεί πως γνωρίζει ακμή μετά το 1974, όπου αρκετοί πρόσφυγες είχαν μετακινηθεί εδώ λόγω της Τούρκικής εισβολής. Σήμερα είναι μια πόλη γραφική και συνάμα σύγχρονη, που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα απ' τις υπόλοιπες πόλεις του νησιού. Η Πάφος έχει εκλεγεί ως η πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2017.

Η πολύ μεγάλη πολιτιστική κληρονομιά που άφησαν στην πόλη και την περιοχή της Πάφου τα 4000 σχεδόν χρόνια ύπαρξής της, κατέστησαν την Πάφο ουσιαστικά ένα μεγάλο, ανοικτό μουσείο. Για αυτό τον λόγο η UNESCO πρόσθεσε απλά ολόκληρη την πόλη στον κατάλογο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της. Πραγματικός θησαυρός θεωρούνται τα ψηφιδωτά που ανευρέθησαν μετά από ανασκαφές στην Κάτω Πάφο, στην Οικία του Διονύσου, την Οικία του Αιώνος και την Οικία του Θησέως, και τα οποία διατηρήθηκαν σε πάρα πολύ καλή κατάσταση κάτω από την γη για 16 αιώνες μέχρι την τυχαία ανακάλυψή τους στα τελευταία χρόνια και αποκάλυψή τους μετά από πολλών χρόνων ανασκαφές.


Η Οικία του Διονύσου

Ο χώρος αυτός ανακαλύφθηκε τυχαία μετά από εργασίες ισοπέδωσης. Η ανακάλυψη σπασμένων κομματιών ψηφιδωτού οδήγησαν σε πιο συστηματικές ανασκαφές, που έφεραν στο φως μια πλούσια κατοικία της Ρωμαϊκής περιόδου. Αρχικά θεωρήθηκε ότι ήταν το παλάτι του Ρωμαίου ανθύπατου, λόγω της πλούσιας διακόσμησης. Αργότερα όμως με την ανακάλυψη του πραγματικού παλατιού στην ίδια περιοχή και την ανακάλυψη όλο και περισσότερων ψηφιδωτών στην περιοχή, έγινε φανερό ότι αυτού του είδους η διακόσμηση ήταν κάτι συνηθισμένο στις πλούσιες κατοικίες της περιόδου αυτής. Τα ψηφιδωτά ανήκουν στα τελευταία κτίρια που κτίστηκαν εδώ, πάνω στα ερείπια παλαιότερων κτισμάτων.
 
Το κτίριο καλύπτει έκταση 2000 τ.μ. από τα οποία 556 καλύπτονται από ψηφιδωτά. Ο θεός Διόνυσος, ο θεός του κρασιού, παρουσιάζεται συχνά στις ψηφιδωτές παραστάσεις, έτσι ο χώρος πήρε την ονομασία ‘Οικία του Διόνυσου’. Κτίστηκε στα τέλη του 2ου αι. μ.Χ. και καταστράφηκε κατά τη διάρκεια των σεισμών του 4ου αι. To εντυπωσιακό μέγεθος αυτής της έπαυλης που ξεπερνά τα 40 δωμάτια, συμπεριλαμβανομένων 15 μωσαϊκών δαπέδων, μαρτυρεί το υψηλό βιοτικό επίπεδο ζωής των κατοίκων κατά τη ρωμαϊκή περίοδο. 



Τον πυρήνα της οικίας αποτελούσε το αίθριο, μια κεντρική αυλή, γύρω από την οποία ήταν κτισμένα τα κυριότερα δωμάτια. Μια στοά με κολόνες άνοιγε και στις τέσσερεις πλευρές του αίθριου. Οι στέγες είχαν κλίση προς το εσωτερικό με σκοπό να συλλέγουν το νερό της βροχής και να το διοχετεύουν σε μια δεξαμενή κάτω από το δάπεδο του αίθριου. Η οικία διέθετε επίσης κεντρικό αποχετευτικό σύστημα που ήταν συνδεδεμένο με κεντρικό αγωγό που περνούσε κάτω από τον δρόμο. 
Η οικία διέθετε δωμάτια τα οποία ήταν ανοικτά στους επισκέπτες, διακοσμημένα με εντυπωσιακά ψηφιδωτά στα δάπεδα και τοιχογραφίες στους τοίχους. Τα υπνοδωμάτια είχαν απλούστερα πατώματα διακοσμημένα με χαλίκια ενώ, τα μαγειρεία, τα εργαστήρια, τα λουτρά και τα αποχωρητήρια καλύπτονταν από πατημένο χώμα. 

Εκτός από το κεντρικό αίθριο υπήρχαν ακόμα δυο ανοικτές αυλές και μια δεξαμενή για ψάρια, (ενυδρείο) καλυμμένη με ροζ κονίαμα, την οποία μπορείτε να δείτε έξω από τον καλυμμένο χώρο. 

Τα θέματα των ψηφιδωτών, που κάλυπταν όλα τα πατώματα των κοινοχρήστων  χώρων, προέρχονται από την ελληνική μυθολογία και βρίσκονται όλα στην αρχική θέση στην οποία ανακαλύφθηκαν, εκτός από το πρώτο που παρουσιάζει το μυθικό τέρας, τη Σκύλλα. 

Τα αρχαιότερα ψηφιδωτά είναι γεωμετρικά και καμωμένα από βότσαλα χρώματος άσπρου, μαύρου ή καφέ. Το αμέσως επόμενο στάδιο ήταν η κατασκευή ψηφιδωτών με κομμένες ακανόνιστες πέτρες και η τελειοποίηση τους έγινε με τη χρήση της τετράγωνης κομμένης ψηφίδας. Τα ψηφιδωτά ήταν πολύχρωμα ή ασπρόμαυρα. Κατασκευάζονταν από εργαστήρια, και το μεγαλύτερο μέρος εκτελείτο από  μαθητευόμενους, ενώ ο μάστορας κατασκεύαζε την κυρίως σύνθεση που ήταν και η πιο δύσκολη. Οι τεχνίτες αφού ισοπέδωναν το έδαφος στον χώρο όπου επρόκειτο να γίνει το ψηφιδωτό, άπλωναν ένα μείγμα από μικρές πέτρες και χοντρό ασβεστοκονίαμα. Πάνω από αυτό άπλωναν ένα δεύτερο στρώμα από σπασμένες πέτρες και κομμάτια αγγείων ανακατεμένα με ασβέστη και πάνω από αυτό ένα λεπτό στρώμα ασβέστη. Ενώ ο ασβέστης ήταν ακόμα υγρός, τοποθετούσαν τις ψηφίδες. Για να γίνει το ψηφιδωτό ακόμα πιο ανθεκτικό έτριβαν την επιφάνεια με μαρμαρόσκονη, άμμο και ασβέστη. Όλες οι ψηφίδες είναι από ντόπιες πέτρες, μάρμαρο εισηγμένο αλλά και από γυαλί, για τα πιο σπάνια χρώματα, όπως το έντονο πορτοκαλί, το μπλε, αποχρώσεις του πράσινου και του κίτρινου και άλλα. Έχουν μέγεθος ένα περίπου κυβικού εκατοστού, εκτός από τις ψηφίδες που χρησιμοποιήθηκαν για ανθρώπινες μορφές, που είναι πιο μικρές. Οι παραστάσεις αυτές δεν ήταν δημιουργήματα του τεχνίτη, αλλά προϋπήρχαν σαν σχέδια και ο ιδιοκτήτης μπορούσε να επιλέξει τα θέματα που επιθυμούσε. 

Στον χώρο αυτό έχουν επίσης ανακαλυφθεί πολλά αντικείμενα καθημερινής χρήσης τα οποία εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πάφου. 

Μπαίνοντας στην είσοδο της οικίας, στα αριστερά βρίσκεται ένα ψηφιδωτό πολύ διαφορετικό από τα υπόλοιπα. Αυτό προέρχεται από μια ελληνιστική κατοικία του τέλους του 4ου αιώνα που προϋπήρχε της ρωμαϊκής και που βρέθηκε τυχαία όταν γίνονταν εργασίες για την κατασκευή του στέγαστρου το 1977. Το σημείο όπου βρέθηκε δεν ήταν προσιτό στο κοινό και έτσι μεταφέρθηκε στη θέση που βρίσκεται σήμερα. Σ’ αυτό το ψηφιδωτό έχουμε μια αναπαράσταση ενός τέρατος, της Σκύλλας, γνωστής σε μας από την Οδύσσεια. Πρόκειται για ένα τέρας το οποίο ήταν ένας συνδυασμός γυναίκας, σκυλιού και ψαριού. Η Σκύλλα όμως δεν ήταν πάντα τέρας αλλά μια όμορφη γυναίκα, την οποία ερωτεύτηκε ο Γλαύκος, ένας όμορφος νέος. Εκείνη όμως δεν ανταποκρινόταν στα αισθήματα του. Γι’ αυτό ο Γλαύκος ζήτησε τη βοήθεια της μάγισσας Κίρκης, που όμως ήταν η ίδια ερωτευμένη μαζί του. Έτσι, αντί να τον βοηθήσει, τυφλωμένη από ζήλια, έριξε μαγικά βότανα στον κόλπο όπου κολυμπούσε η νεαρή κοπέλα. Όταν η Σκύλλα μπήκε στο νερό μεταμορφώθηκε σε ένα τέρας, που έμεινε στα νερά για πάντα, βυθίζοντας τα καράβια που περνούσαν. 


Δίπλα ένας μικρότερος πίνακας παρουσιάζει δυο δελφίνια και ένα πλαίσιο με γεωμετρικά σχέδια περιβάλλει την όλη σύνθεση. Το ψηφιδωτό αυτό είναι κατασκευασμένο με άσπρα, μαύρα και καφέ χαλίκια, μια τεχνική εντελώς διαφορετική από τα υπόλοιπα της οικίας. Είναι ένα από τα αρχαιότερα ψηφιδωτά που έχει ανακαλυφθεί στην Κύπρον αφού κατασκευάστηκε στα τέλη του 4ου αι. με αρχές του 3ου αι. π.Χ. 

Ακριβώς απέναντι συναντούμε το πρώτο ψηφιδωτό της ρωμαϊκής κατοικίας. Σ’ αυτό απεικονίζεται ο Νάρκισσος, γιος του ποταμού Κιφησσού και της νύφης Λειριώπης, που ήταν τόσο ωραίος, ώστε πολλά αγόρια και κορίτσια τον ερωτεύτηκαν. Ο Νάρκισσος, όμως, ήταν πολύ περήφανος για να ανταποκριθεί στα αισθήματα των άλλων. Μια μέρα, ενώ κυνηγούσε, τον είδε η νύφη Ηχώ και τον ερωτεύτηκε παράφορα. Αυτός όμως δεν ανταποκρίθηκε στα αισθήματα της. Αυτή, απελπισμένη από την απόρριψη, κρύφτηκε στα βουνά και στα δάση, αδυνατίζοντας όλο και πιο πολύ μέχρι που χάθηκε εντελώς και απέμεινε μόνο η φωνή της. Γι’ αυτό την Ηχώ την ακούνε όλοι αλλά κανείς δεν τη βλέπει. Οι θεοί για να τιμωρήσουν τον Νάρκισσο, που προκάλεσε τόσο μεγάλη δυστυχία, τον καταράστηκαν να τιμωρηθεί με τον ίδιο τρόπο. Έτσι μια μέρα που ο Νάρκισσος καθόταν στην όχθη μιας λίμνης είδε την αντανάκλαση του στα νερά και ερωτεύθηκε τον ίδιο του τον εαυτό. Απελπισμένος από τα αισθήματα αυτά έσβησε και χάθηκε από αγάπη. Οι θεοί όμως τον λυπήθηκαν και τον μεταμόρφωσαν σ’ ένα λουλούδι , που φυτρώνει κοντά στο νερό, τον νάρκισσο. Στον πίνακα αυτό o Νάρκισσος θαυμάζει τον εαυτό του στα νερά της λίμνης. Μέρος του ψηφιδωτού αυτού καταστράφηκε κατά την ισοπέδωση και έτσι μεγάλο μέρος του γεωμετρικού διάκοσμου είναι σύγχρονο. 

Δίπλα από τον Νάρκισσο συναντούμε το ψηφιδωτό των τεσσάρων εποχών, το οποίο όπως και το προηγούμενο ήταν αρκετά κατεστραμμένο και αποκαταστάθηκε. Αποτελείται από πέντε πίνακες, ένα σε κάθε γωνία και ένα στο κέντρο. Σ’ αυτούς αναγνωρίζουμε τις τέσσερις εποχές προσωποποιημένες: πάνω αριστερά το Καλοκαίρι, στεφανωμένο με στάχια και δρεπάνι στο χέρι. Πάνω δεξιά η Άνοιξη στεφανωμένη με λουλούδια κρατεί ποιμενικό ραβδί. Κάτω δεξιά το φθινόπωρο κρατεί ένα βατοκόπτη και είναι στεφανωμένο με φύλλα και κάτω αριστερά παριστάνεται ο Χειμώνας σαν ένας ηλικιωμένος άντρας με γκρίζα μαλλιά και γένια. Στο κέντρο υπάρχει μια μορφή που πιθανόν να απεικονίζει την προσωποποίηση του Χρόνου. 

Όλοι οι πίνακες είναι πλαισιωμένοι με ταινία από κύβους σε προοπτική και στο εξωτερικό πλαίσιο υπάρχουν δυο πινακίδες με την επιγραφή ΧΑΙΡΕΙ στη μια και στην άλλη ΚΑΙ ΣΥ. Αυτού του είδους οι επιγραφές υπήρχαν συνήθως στην είσοδο των οικιών, κάτι που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι εδώ ήταν και η είσοδος της κατοικίας.
Προχωρώντας ανεβαίνουμε την ξύλινη γέφυρα στα αριστερά και μπροστά μας απλώνεται το μεγαλύτερο δωμάτιο, με διαστάσεις 11.5 Χ 8.5 μ. Το δωμάτιο αυτό ήταν το tablinum, ένας χώρος που χρησιμοποιούσαν ως αίθουσα υποδοχής αλλά και ως τραπεζαρία. Το δάπεδο είναι διακοσμημένο με ψηφιδωτό που περιλαμβάνει σκηνές τρύγου στο κέντρο. Στις τρεις πλευρές πλατιά ταινία με γεωμετρικό σχέδιο απεικονίζει μικρές ασπίδες γνωστές σαν πέλτες και πιο έξω βρίσκεται γεωμετρικό σχέδιο βασισμένο στον μαίανδρο. Στη δυτική πλευρά οι δυο ταινίες έχουν δυστυχώς καταστραφεί.  Όταν το δωμάτιο χρησιμοποιείτο σαν τραπεζαρία οι φιλοξενούμενοι έτρωγαν μισοξαπλωμένοι σε κλίνες που τοποθετούνταν σε σχήμα Π στον χώρο όπου βρίσκεται η ταινία με τις πέλτες Έτσι όλοι οι φιλοξενούμενοι ήταν στραμμένοι προς το κέντρο, όπου υπήρχε πιθανότατα και κάποιου είδους ψυχαγωγία, ίσως χορευτές. Ο εξωτερικός χώρος πίσω από τις κλίνες έμενε ελεύθερος, για να κυκλοφορούν οι υπηρέτες που εξυπηρετούσαν τους φιλοξενούμενους . 
Στην είσοδο αυτής της αίθουσας υπάρχει μια μεγάλη παράσταση, όπου απεικονίζεται ο  Θρίαμβος του Διόνυσου σε πομπή κατά την επιστροφή του από εκστρατεία στην Ινδία. Ο θεός βρίσκεται καθισμένος σε άρμα, που σέρνουν πάνθηρες, στο κέντρο της σύνθεσης. Αριστερά και δεξιά βρίσκεται η συνοδεία του που αποτελείται από σάτυρους μαινάδες, τον θεό Πάνα, που ήταν μισός άνθρωπος και μισός τράγος με κέρατα στο κεφάλι, και δυο Ινδούς σκλάβους, που ξεχωρίζουν από το σκούρο δέρμα τους. Αριστερά και δεξιά του Θρίαμβου του Διόνυσου υπάρχουν δυο μορφές φαινομενικά αταίριαστες με τον υπόλοιπο πίνακα. Είναι οι Διόσκουροι, τα δίδυμα αδέλφια Κάστωρ και Πολυδεύκης, που γεννηθήκαν από ένα αυγό, μετά την ένωση της μητέρας τους Λήδας με τον Δία που είχε μεταμορφωθεί σε κύκνο. Από ένα δεύτερο αυγό γεννήθηκε η ωραία Ελένη της Τροίας. Στους Διόσκουρους αποδίδονταν προφυλακτικές και αποτρεπτικές ιδιότητες και θεωρείτο ότι έφερναν τύχη, γι’ αυτό και τοποθετηθήκαν εδώ. 

Ο κεντρικός πίνακας είναι μια σύνθεση από σκηνές τρύγου, κυρίως με αμπέλια φορτωμένα από σταφύλια, πρόσωπα που τρυγούν, αλλά και άλλες σκηνές από τη ζωή της υπαίθρου: πουλιά, ζώα και ένα μεγάλο παγώνι στο κέντρο, πλαισιωμένο από ένα μικρό φτερωτό έρωτα που κρατάει την ουρά του παγωνιού. 

Επιστρέφοντας πίσω και κατεβαίνοντας από τη γέφυρα προχωρούμε προς το αίθριο, όπου στα αριστερά θα δούμε μια σειρά από τέσσερις πίνακες. 

Ο πρώτος παρουσιάζει την ιστορία του Πύραμου και της Θίσβης, δυο νέων που ζούσαν στη Βαβυλώνα και ήταν γείτονες. Επειδή οι οικογένειες των δυο νέων ήταν αντίπαλες, κρατούσαν την αγάπη που τους ένωνε κρυφή. Ένα βράδυ είχαν συμφωνήσει να συναντηθούν κάτω από μια μουριά, κοντά σε μια πηγή. Η Θίσβη έφτασε εκεί πρώτη έχοντας κρυμμένο το πρόσωπο της με ένα πέπλο και ενώ περίμενε, εμφανίστηκε μια λέαινα, με το στόμα γεμάτο αίματα, αφού μόλις είχε κατασπαράξει κάποιο ζώο. Τρομαγμένη η Θίσβη έτρεξε να κρυφτεί σε μια σπηλιά εκεί κοντά, όμως στη βιασύνη της, της έπεσε το πέπλο που κρατούσε. Η λέαινα άρπαξε το πέπλο και το ξέσχισε γεμίζοντας το αίματα. Φθάνοντας ο Πύραμος, και βλέποντας το άγριο ζώο και το ματωμένο πέπλο της αγαπημένης του, πιστεύει ότι η Θίσβη είναι νεκρή και απελπισμένος καρφώνει ένα μαχαίρι στο πλευρό του. Όταν η Θίσβη επιστρέφει και βλέπει τον Πύραμο νεκρό, μη αντέχοντας τον πόνο παίρνει το μαχαίρι του και ακολουθεί τον αγαπημένο της στον θάνατο.  Ο μύθος αυτός διασώθηκε από τον Οβίδιο στις «Μεταμορφώσεις» και αποτέλεσε έμπνευση για τον Σαίξπηρ στα έργα του «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας», και «Ρωμαίος και Ιουλιέττα». Στο ψηφιδωτό αυτό η Θίσβη παριστάνεται όρθια, ενώ ο Πύραμος παρουσιάζεται ξαπλωμένος. Στο κέντρο βρίσκεται η λέαινα, έχοντας στο στόμα, το πέπλο της Θίσβης. Πάνω από τους δυο νέους, υπάρχουν τα ονόματα τους στα ελληνικά. 
Στον δεύτερο πίνακα, που είναι και ο μεγαλύτερος από τους τέσσερεις, βλέπουμε την ιστορία του Ικάριου, ενός Αθηναίου περιβολάρη, ο οποίος φιλοξένησε τον Διόνυσο όταν αυτός επισκέφθηκε την Αθήνα. Ο θεός για να τον ανταμείψει για την φιλοξενία του, δίδαξε στον Ικάριο τον τρόπο καλλιέργειας του αμπελιού και παραγωγής κρασιού από τον καρπό του, μαθαίνοντας έτσι για πρώτη φορά την αμπελουργία στους ανθρώπους. Τον προειδοποίησε όμως να είναι προσεκτικός με το κρασί του. Ο Ικάριος ξέχασε την συμβουλή του θεού και ενώ κουβαλούσε την πρώτη του σοδειά , έδωσε σε δυο βοσκούς που συνάντησε στο δρόμο να πιουν κρασί. Εκείνοι μέθυσαν και πιστεύοντας ότι τους δηλητηρίασε, τον σκότωσαν. Στη σκηνή που παρουσιάζεται εδώ, βλέπουμε στα αριστερά τον θεό Διόνυσο με τη νύμφη Ακμή, στεφανωμένους με φύλλα αμπελιού, να πίνουν κρασί. Στο κέντρο παριστάνεται ο Ικάριος και πίσω του τα βόδια με το αμάξι φορτωμένο με ασκιά γεμάτα κρασί. Στα δεξιά βρίσκονται οι βοσκοί, μεθυσμένοι από το κρασί που έχουν πιει. Μια επιγραφή που βρίσκεται από πάνω τους, τους ονομάζει ως ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΟΙΝΟΝ ΠΙΟΝΤΕΣ. Επιγραφές υπάρχουν επίσης πάνω από τον Ικάριο, τον θεό Διόνυσο και την Ακμή. 
Στον επόμενο πίνακα παρουσιάζεται ο Ποσειδώνας και η Αμυμώνη. Η Αμυμώνη ήταν μια από τις πενήντα κόρες του βασιλιά Δαναού στην Πελοπόννησο. Κάποτε στέρεψανόλες οι πηγές στην Αργολίδα και ο βασιλιάς Δαναός έστειλε τις κόρες του να ψάξουν για νερό. Η Αμυμώνη στον δρόμο της συνάντησε ένα σάτυρο ο οποίος προσπάθησε να τη βιάσει. Τη βοήθησε όμως ο Ποσειδώνας, ο θεός των υδάτων και γοητευμένος από την ομορφιά της, της αποκάλυψε την πηγή της Λέρνας, δίνοντας έτσι τέλος στην ξηρασία. Στο ψηφιδωτό βλέπουμε τον Ποσειδώνα με την τρίαινα στα χέρια να προχωρεί προς την Αμυμώνη. Στο κέντρο ένας έρωτας κρατάει ορθογώνια ομπρέλα στο ένα χέρι και πυρσό στο άλλο, ενώ μια μεταλλική υδρία στο κέντρο συμβολίζει το νερό. 


Στον τελευταίο πίνακα παρουσιάζεται ο μύθος του Απόλλωνα και της Δάφνης. Η Δάφνη ήταν μια νύμφη, κόρη του ποταμού Πηνειού, που ορκίστηκε αιώνια αγνότητα. Ο θεός Απόλλωνας όμως την ερωτεύτηκε και αφού δεν κατάφερε να την κάνει να υποκύψει με τη θέληση της, την κυνήγησε. Η Δάφνη απελπισμένη ζήτησε βοήθεια από τον πατέρα της και αμέσως τα πόδια της ρίζωσαν στο χώμα, το κορμί της μεταμορφώθηκε σε κορμό και τα μαλλιά και τα χέρια της έγιναν κλαδιά και φύλλα. Μεταμορφώθηκε έτσι σε δέντρο, το οποίο παρέμεινε το αγαπημένο δέντρο του θεού Απόλλωνα. Εδώ βλέπουμε τη σκηνή, όπου η Δάφνη μεταμορφώνεται σε δέντρο. Δίπλα της παριστάνεται ξαπλωμένος ο ποταμός Πηνειός και στα δεξιά ο Απόλλωνας με το τόξο στο χέρι να την παρακολουθεί ξαφνιασμένος.


Στο τέρμα του διαδρόμου συναντούμε το ψηφιδωτό με τη Φαίδρα και τον Ιππόλυτο. Η Φαίδρα ήταν η δεύτερη σύζυγος του βασιλιά της Αθήνας, Θησέα, ενώ ο Ιππόλυτος ήταν ο γιος που απέκτησε από την πρώτη του σύζυγο, την Αντιόπη. Η Φαίδρα ερωτεύτηκε τον Ιππόλυτο και μια μέρα, ενώ ο Θησέας απουσίαζε, έστειλε στον πρώτο ένα γράμμα, όπου του εξομολογείτο τον έρωτά της. Ο Ιππόλυτος, δεν ανταποκρίθηκε στο αίσθημα της και εκείνη φοβούμενη τις συνέπειες της πράξης της, όταν ο Θησέας επέστρεψε πίσω, κατηγόρησε τον Ιππόλυτο για αυτό που είχε κάνει η ίδια, ότι δηλαδή της έστειλε ένα γράμμα όπου της εξομολογείτο τον έρωτα του. Οργισμένος ο Θησέας ζήτησε από τον Θεό Ποσειδώνα να τιμωρήσει τον γιο του και αυτός έστειλε ένα άγριο ταύρο που τρόμαξε τα αλόγα του Ιππόλυτου ρίχνοντας τον κάτω και σκοτώνοντας τον. Μετά τον θάνατο του Ιππόλυτου, βασανισμένη από τύψεις, η Φαίδρα αυτοκτόνησε. Στη σκηνή που βλέπουμε εδώ παρουσιάζεται η Φαίδρα καθισμένη, ενώ ο Ιππόλυτος έχει στο χέρι το γράμμα που του έστειλε και φαίνεται αμήχανος. Ένας Έρωτας, στο μέρος της Φαίδρας, κρατάει ένα αναμμένο πυρσό, συμβολίζοντας το πάθος που καίει στην καρδιά της. Σημασία έχει επίσης το γεγονός ότι ο Έρωτας βρίσκεται μόνο στην πλευρά της, δείχνοντας έτσι ότι τα αισθήματα δεν ήταν αμοιβαία. 

Προχωρώντας στα αριστερά και μετά δεξιά θα συναντήσουμε μια μεγάλη αίθουσα, διακοσμημένη με ένα πολύχρωμο γεωμετρικό ψηφιδωτό. Η διακόσμηση του αποτελείται από δύο είδη ταινίας που σχηματίζουν κύκλους μεταξύ τους και σ’ αυτούς παρεμβάλλονται αντικείμενα και εργαλεία καθημερινής χρήσης, όπως κρατήρες, υδρίες, δίσκοι και άλλα. Τα διαστήματα μεταξύ τους είναι διακοσμημένα με μεγάλη ποικιλία γεωμετρικών σχημάτων.

Πιο δεξιά βρίσκουμε ένα όμορφο ψηφιδωτό που παρουσιάζει την αρπαγή του Γανυμήδη. Το πλαίσιο του αποτελείται από ένα συνδυασμό οκταγώνων και μαιάνδρων. Παρουσιάζει τη στιγμή που ο Δίας, μεταμορφωμένος σε αετό, αρπάζει τον νεαρό Γανυμήδη και τον σηκώνει στον ουρανό. Ο Γανυμήδης ήταν ένας βοσκός στην Τροία, που θεωρείτο ο ωραιότερος των θνητών. Έτσι, ο Δίας αποφάσισε να τον αρπάξει και να τον μεταφέρει στον Όλυμπο, όπου και τον μετέτρεψε σε οινοχόο των θεών. Το ψηφιδωτό αυτό είναι αντιγραφή από παλαιότερο, το οποίο έγινε για διαφορετικό χώρο. Έτσι ο ψηφοθέτης, αναγκασμένος να το προσαρμόσει στις διαστάσεις του χώρου αυτού, έπρεπε να κόψει τις άκρες στις φτερούγες του αετού. 

Στρίβοντας δεξιά φτάνουμε στον χώρο του αίθριου, ενός χώρου που όπως προαναφέρθηκε χρησίμευε σαν εσωτερική αυλή και έδινε φως στο εσωτερικό της οικίας. Η στέγη ήταν επικλινής, όπως και σήμερα, με σκοπό να συλλέγονται τα νερά της βροχής και μέσω υδρορροών να αποθηκεύονται σε υπόγειες δεξαμενές. 

Γύρω από το αίθριο, το πάτωμα είναι διακοσμημένο με ψηφιδωτά που παρουσιάζουν σκηνές κυνηγιού. Αυτού του είδους οι σκηνές ήταν αγαπημένο θέμα και ιδιαίτερα δημοφιλές στη βόρεια Αίγυπτο, από όπου και διαδόθηκε σε ολόκληρη τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Αυτό εξηγεί και την ποικιλία των εξωτικών θηρίων που απεικονίζονται, πολλά από τα οποία δεν ανήκουν στη πανίδα της Κύπρου. Ιδιαίτερη σημασία έχει η απεικόνιση του αγρινού, του μεγαλύτερου ενδημικού ζώου που συναντούμε στην Κύπρο.

Δυτικά του αίθριου συναντούμε το πιο απλό από τα ψηφιδωτά της οικίας, το οποίο είναι μαυρόασπρο και έχει ένα απλό γεωμετρικό σχέδιο. Οι ψηφίδες είναι επίσης διπλάσιες σε μέγεθος, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα ψηφιδωτά. Ακριβώς εδώ όμως κρυβόταν ένας σημαντικός θησαυρός, ο οποίος ανακαλύφθηκε κατά τη διάρκεια κατασκευής του στεγάστρου. Σε ένα αμφορέα βρέθηκαν 2500 περίπου Πτολεμαΐκά νομίσματα που χρονολογούνται από το 204 μέχρι το 88 π.Χ. και είναι ο σημαντικότερος θησαυρός που βρέθηκε στην Κύπρο. Τα νομίσματα είχαν κοπεί στην Πάφο, η οποία ως πρωτεύουσα είχε το δικό της νομισματοκοπείο. 

Δίπλα από το ασπρόμαυρο μωσαϊκό υπάρχει ένα δωμάτιο με χωμάτινο δάπεδο και ακολουθεί ένα δωμάτιο με γεωμετρικό διάκοσμο. Εδώ σε τέσσερεις σειρές, και τέσσερεις πίνακες σε κάθε σειρά, παρουσιάζεται ένα διαφορετικό γεωμετρικό μοτίβο κάθε φορά. Ο πλούτος των χρωμάτων και τα πολύπλοκα γεωμετρικά μοτίβα κάνουν τους πίνακες αυτούς ιδιαίτερα εντυπωσιακούς. Οι πίνακες αυτοί είναι σπάνιοι για την ανατολική Μεσόγειο, σε αντίθεση με τη Γαλλία, όπου συνηθίζονταν πολύ συχνά. 

Δίπλα ακριβώς, σε ένα μικρό δωμάτιο υπάρχει ένας πίνακας με πολύπλοκο γεωμετρικό σχέδιο και στο κέντρο ένα παγώνι με ορθάνοιχτα τα πλούσια φτερά του. Όπως έχει αναφερθεί και προοηγουμένως, τα έντονα χρώματα στα μωσαϊκά, όπως σε αυτή την περίπτωση, το μπλε, δεν είναι πέτρες αλλά γυαλί, το οποίο πιθανόν να κατασκευάστηκε στην Πάφο, αφού έχουν ανακαλυφθεί εδώ εργαστήρια γυαλιού. 

ΠΗΓΕΣ:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

αβαγνον